Βουβωνοκήλη
Η βουβωνοκήλη παρουσιάζεται όταν τμήμα του εντέρου, ή της μεμβράνης που βρίσκεται στην κοιλιακή κοιλότητα -τον χώρο δηλαδή στον οποίο βρίσκονται όργανα όπως το στομάχι, το λεπτό έντερο, το συκώτι και τα νεφρά – κάνει πρόπτωση, δηλαδή φεύγει από την φυσιολογική του θέση και παρεισφρύει σε αδύναμα τμήματα των κοιλιακών μυών κοντά στην βουβωνική περιοχή, δημιουργώντας εξόγκωμα.
Η ονομασία της πάθησης προέρχεται από τον βουβωνικό σωλήνα, τον δίαυλο που βρίσκεται στο κατώτερο κοιλιακό τοίχωμα που φιλοξενεί τις νευρικές απολήξεις και τα αιμοφόρα αγγεία.
Επιπλέον στον βουβωνικό σωλήνα, συναντάμε όχι μόνο τον σπερματικό σωλήνα των αντρών, αλλά και τους τένοντες που συγκρατούν και υποστηρίζουν τη μήτρα στις γυναίκες. Όπως καταλαβαίνουμε λοιπόν, η βουβωνοκήλη αποτελεί πολύ σοβαρό πρόβλημα υγείας και η αποκατάσταση βουβωνοκήλης είναι μία διαδικασία την οποία δεν πρέπει να καθυστερήσουμε.
H βουβωνοκήλη είναι μία κατάσταση που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Μάλιστα η αποκατάσταση βουβωνοκήλης θεωρείται επιτακτική όταν παρατηρούμε κάποιο από τα ακόλουθα συμπτώματα:
Η βουβωνοκήλη μπορεί να προκληθεί σε πολύ νεαρές ηλικίες, λόγω ατελούς ανάπτυξης της κοιλιακής περιοχής, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μικρής κοιλότητας στο ανώτερο τμήμα του βουβωνικού σωλήνα.
Στους ενήλικες, ιδιαίτερα στους άντρες μετά τα 40 σε ποσοστό 1 στους 4, μπορεί να εμφανιστεί λόγω αποδυνάμωσης και ατροφίας των κοιλιακών μυών με το πέρασμα του χρόνου.
Αντίθετα οι γυναίκες δεν εμφανίζουν αυτήν την πάθηση, λόγω της ύπαρξης τενόντων της μήτρας πίσω από το κοιλιακό τείχος, οι οποίοι προστατεύουν το βουβωνικό σωλήνα και υποστηρίζουν τη μήτρα.
Κάποιες συνθήκες που συμβάλλουν στην εμφάνιση βουβωνοκήλης είναι
Η θεραπεία της βουβωνοκήλης γίνεται με χειρουργική επέμβαση, είτε ανοιχτού τύπου, είτε λαπαροσκοπικά. Την ημέρα της επέμβασης ο ασθενής θα πρέπει να βρίσκεται στο νοσοκομείο, όπου θα του μετρηθεί η πίεση και θα του χορηγηθεί ενδοφλέβιος ορός. Η περιοχή γύρω από την βουβωνοκήλη θα πρέπει να ξυριστεί και να πλυθεί. Θα ακολουθήσει συνάντηση με τον αναισθησιολόγο, ο οποίος θα καθορίσει τον τύπο της αναισθησίας που θα χορηγηθεί στον ασθενή, ο οποίος εν συνεχεία θα οδηγηθεί στο χειρουργικό δωμάτιο.
Στην περίπτωση της ανοικτής εγχείρησης θα χρησιμοποιηθεί γενική αναισθησία, ενώ στη συνέχεια ο χειρουργός θα κάνει μια μικρή τομή 6-8 εκατοστών στο εξόγκωμα της κήλης, απ’ όπου θα επαναφέρει τον προεξέχοντα ιστό πίσω στην αρχική του θέση, ενώ ταυτόχρονα θα τοποθετήσει ένα προστατευτικό πλέγμα στην κοιλιακή περιοχή για να την ενδυναμώσει.
Στην υποθετική περίπτωση που έχει προκληθεί βλάβη σε τμήμα του εντέρου, αυτό θα πρέπει να αφαιρεθεί και να γίνει συρραφή στα δύο άκρα του υγιούς εντέρου. Τέλος, μετά το πέρας της εγχείρησης κλείνει την τομή με ράμματα, τα οποία θα απορροφηθούν από τον οργανισμό μετά από λίγες ημέρες.
Στην περίπτωση της λαπαροκοπικής εγχείρηση, χρησιμοποιείται γενική αναισθησία. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης επέμβασης ο γιατρός κάνει 3 μικρές τομές στην κοιλιακή χώρα και εισάγει έναν λεπτό σωλήνα που περιέχει έναν φακό και μια κάμερα (λαπαροσκόπιο). Ταυτόχρονα, εισάγει κάποια ειδικά χειρουργικά εργαλεία από τις άλλες 2 τομές με τα οποία θα επαναφέρει την κήλη πίσω στη θέση της, ενώ ταυτόχρονα γίνεται και η τοποθέτηση του προστατευτικού πλέγματος. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο τεχνικές λαπαροσκοπικής επέμβασης, η διακοιλιακή προπεριτοναϊκή αποκατάσταση και η εξωπεριτοναϊκή, οι οποίες διαφέρουν στο γεγονός οτι στην τελευταία δεν γίνεται εισχώρηση στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Και στις δύο περιπτώσεις η επέμβαση ολοκληρώνεται με το κλείσιμο των τομών με ράμματα.
Μερικές ημέρες πριν το χειρουργείο πιθανότατα θα χρειαστούν εξετάσεις αίματος, ηλεκτροκαρδιογράφημα και ακτινογραφία πνεύμονα για να διασφαλιστεί η υγεία του ασθενούς. Ταυτόχρονα θα πρέπει να γίνει ενημέρωση του γιατρού για τυχόν φαρμακευτική αγωγή και η διακοπή χρήσης συγκεκριμένων φαρμάκων 10 ημέρες πριν το χειρουργείο για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αιμορραγίας.
Μετά το χειρουργείο, ο γιατρός πιθανότατα θα χορηγήσει μια φαρμακευτική αγωγή με παυσίπονα για μια ομαλότερη μετεγχειρητική περίοδο. Ο ασθενής θα είναι σε θέση να επιστρέψει στο σπίτι του, αλλά θα χρειαστεί κάποιον να τον μεταφέρει.
Δεν επιβάλλεται κάποια ειδική δίαιτα, αλλά ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει ανορεξία για την πρώτη εβδομάδα, κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Αν παρόλα αυτά συνεχιστεί, θα πρέπει να του χορηγηθούν τροφές υπό μορφή υγρών. Η περιποίηση της πληγής μπορεί να γίνει άφοβα 36 ώρες μετά το χειρουργείο, αν και καλό θα ήταν να μην έρθει σε επαφή με καυτό νερό.
Δεν υπάρχει περιορισμός στην φυσική δραστηριότητα του ασθενούς, αλλά θα πρέπει να γίνεται με μέτρο. Είναι φυσιολογική η αίσθηση κόπωσης και πόνου μια ή ακόμα και δύο εβδομάδες μετά την επέμβαση. Ο ασθενής μπορεί να πάει τουαλέτα μια έως πέντε ημέρες μετά το χειρουργείο και μπορεί να εμφανίσει είτε διάρροια, είτε δυσκοιλιότητα, αλλά η κανονική λειτουργία του εντέρου θα επανέλθει τις επόμενες ημέρες.
Η επιστροφή στη δουλειά μπορεί να γίνει μετά από μια με δύο εβδομάδες ανάρρωσης.